Ένα μνημείο της φύσης ανοίγει τις πύλες του στο κοινό.

     Θεωρείται ένα από τα δέκα πιο αξιόλογα σπήλαια της χώρας μας. Η ηλικία του φτάνει τα τρία εκατομμύρια χρόνια, ωστόσο πρώτος το επισκέφθηκε το 1887 ο Γάλλος  αρχαιολόγος Γουσταύος Φουζέρ που πραγματοποιούσε ανασκαφές στην Αρχαία Μαντινεία. Η πρώτη έρευνα του σπηλαίου πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από μια ελληνογαλλική ομάδα σπηλαιολόγων. Θεωρείται επομένως ότι ανακαλύφθηκε από το σπηλαιολόγο Νίκο Σιδερίδη, ο οποίος δημοσιεύοντας τα αποτελέσματα της έρευνας του έδωσε έμφαση στην ύπαρξη ανθρώπινων οστών και πήλινων αντικειμένων εντός του σπηλαίου.

Η εξερεύνηση και χαρτογράφηση του σπηλαίου συνεχίστηκε σχεδόν επτά δεκαετίες αργότερα από ελληνογαλλική ομάδα υπό το σπηλαιολόγο Ι. Ιωάννου, ενώ σημαντική θεωρείται και η έρευνα του βιολόγου Α. Μπαρτσώκα το 1981 σχετικά με τα παλαιολιθικά ευρήματα του σπηλαίου,  υποστηρίζοντας την άποψη του βίαιου θανάτου (πνιγμού) των ατόμων στα οποία ανήκαν οι σκελετοί. Άλλη θεωρία ωστόσο υποστηρίζει ότι ο χώρος χρησιμοποιείτο ως νεκροταφείο. Με πλούσιο εσωτερικό φυσικό διάκοσμο από πολύχρωμους σταλαγμίτες και σταλακτίτες, το σπήλαιο Κάψια αποτελεί τμήμα του συστήματος καταβοθρών της περιοχής, για την απορροή των βρόχινων νερών στον μαντινειακό κάμπο που πλημμύριζε και μετατρεπόταν σε λίμνη κατά τη διάρκεια του 4ου και 5ου αιώνα μ.Χ. Αποτέλεσε λατρευτικό χώρο κατά τους χριστιανικούς χρόνους.
 

Βρίσκεται στο χωριό Κάψια, λίγα χιλιόμετρα έξω από την Τρίπολη, στο δρόμο προς Βυτίνα. Η διαδρομή μεταξύ των σταλακτιτών και σταλαγμιτών, που εκτείνονται σε επιφάνεια 6,5 στρεμμάτων, έχει μήκος περίπου 450 μ. και ειδικό φωτισμό που προστατεύει το σημαντικό αυτό μνημείο της φύσης. Το σπήλαιο είναι πλέον ανοιχτό στο κοινό. Τα εγκαίνια της λειτουργίας του έκανε ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης ο γ.γ. της Περιφέρειας Πελοποννήσου Φώτης Χατζημιχάλης, ενώ παραβρέθηκαν ο αιρετός περιφερειάρχης Πέτρος Τατούλης, δήμαρχοι της Αρκαδίας και εκατοντάδες πολίτες.